Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέκρινε ένα γαλλικό πρόγραμμα 11,64 δισεκατομμυρίων δολαρίων (10,82 δισεκατομμύρια ευρώ) για τη στήριξη της ανάπτυξης υπεράκτιας αιολικής ενέργειας, το οποίο θα συμβάλει στην προώθηση της μετάβασης προς μια οικονομία καθαρού μηδενισμού.
Το καθεστώς κρατικών ενισχύσεων θα ισχύει για 20 χρόνια. Ειδικότερα, το μέτρο θα υποστηρίξει την κατασκευή και λειτουργία δύο υπεράκτιων αιολικών πάρκων σταθερής βάσης - ένα στη ζώνη του Νότιου Ατλαντικού και ένα άλλο στη ζώνη Centre Manche 2 στη Νορμανδία.
Το αιολικό πάρκο του Νοτίου Ατλαντικού αναμένεται να έχει ισχύ από 1000 έως 1200 MW και να παράγει τουλάχιστον 3,9 TWh ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ετησίως.
Το αιολικό πάρκο της Νορμανδίας αναμένεται να έχει ισχύ από 1400 έως 1600 MW και να παράγει τουλάχιστον 6,1 TWh ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ετησίως.
Η ενίσχυση θα χορηγηθεί με βάση διαφανείς και αμερόληπτες διαδικασίες υποβολής προσφορών, οι οποίες θα οργανωθούν για την επιλογή ενός δικαιούχου ανά υπεράκτια ζώνη.
Στο πλαίσιο αυτού του καθεστώτος, η ενίσχυση θα λάβει τη μορφή μηνιαίου μεταβλητού ασφάλιστρου βάσει σύμβασης αμφίδρομης διαφοράς (CfD), το οποίο θα υπολογιστεί συγκρίνοντας μια τιμή αναφοράς, η οποία καθορίζεται στη δημόσια προσφορά του δικαιούχου (πληρωμή ως προσφορά) , στην τιμή αγοράς για την ηλεκτρική ενέργεια.
Όταν η αγοραία τιμή είναι χαμηλότερη από την τιμή αναφοράς, οι δικαιούχοι θα δικαιούνται να λάβουν πληρωμές ίσες με τη διαφορά μεταξύ των δύο τιμών.
Ωστόσο, όταν η αγοραία τιμή είναι πάνω από την τιμή αναφοράς, ο δικαιούχος θα πρέπει να καταβάλει τη διαφορά μεταξύ των δύο τιμών στις γαλλικές αρχές.
Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η ενίσχυση θα καταβληθεί πριν από τις 31 Δεκεμβρίου 2025.
«Με αυτό το σχέδιο ύψους 10,82 δισεκατομμυρίων ευρώ, η Γαλλία μπορεί να αναπτύξει ταχύτερα υπεράκτια αιολική δυναμικότητα, σύμφωνα με τη στρατηγική της ΕΕ για τις υπεράκτιες ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Θα βοηθήσει επίσης τη Γαλλία να μειώσει την εξάρτησή της από τα ρωσικά ορυκτά καύσιμα, διασφαλίζοντας παράλληλα ότι τυχόν πιθανές στρεβλώσεις του ανταγωνισμού περιορίζονται στο ελάχιστο», δήλωσε η Margrethe Vestager, Εκτελεστική Αντιπρόεδρος αρμόδια για την πολιτική ανταγωνισμού.